ΕΚΤΑΚΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Ο ΝΤΟΝ ΡΟΣΑ ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ!
Τελευταία Ενημέρωση: 12/09/2004 9/9/2004: Αρχίζει η περίοδος δοκιμαστικής λειτουργίας - Η ανάκτηση της σελίδας θα γίνει σταδιακά μέχρι το τέλος του μήνα

Κεντρική Σελίδα | Τα Νέα του Κόμιξ | Νέες Ιστορίες | Συνεντεύξεις & Άρθρα | Η Ιστορία του Κόμιξ | Εξώφυλλα | Κατάλογος Ιστοριών | Οι Ήρωες του Κόμιξ | Η Ιστορία της Λιμνούπολης | Άλλες Ενότητες | Τρέχον Τεύχος Κόμιξ | Chat Room | Guestbook | Web Polls | Forum | Επικοινωνία |

ΣΚΡΟΥΤΖ ΜΑΚ ΝΤΑΚ ΚΑΙ ΓΚΟΛΝΤΥ Ο' ΓΚΙΛΤ

του Γιώργου Αγριδιώτη

 

Ο Σκρουτζ Μακ Ντακ έφθασε από την Αυστραλία στο Σκάγκουαίη της Αλάσκας το 1896. Έκανε ένα δύσκολο ταξίδι στο Ντώσον, το οποίο επρόκειτo να μετατραπεί σε μία ευημερούσα πόλη. Ένα από τα λίγα κτίρια που υπήρχαν στο Ντώσον εκείνη την εποχή ήταν το Σαλούν της Ντάμας, που το διεύθυνε μια ξανθιά γοητευτική πάπια που την έλεγαν Γκόλντυ Ο’ Γκιλτ. Ο Σκρουτζ πέρασε από το Σαλούν χωρίς να σταματήσει, αλλά η Γκόλντυ τον προσκάλεσε για ένα γεύμα. Αυτός αρνήθηκε και συνέχισε τον δρόμο του, αφήνoντας πίσω του μια δυστυχισμένη Γκόλντυ.

Αφού κατέθεσε την κυριότητα της κοιλάδας της Αγωνίας, ο Σκρουτζ επέστρεψε στο Ντώσον για οικοδομικές προμήθειες. Μέχρι εκείνη την εποχή ο αριθμός των ανθρώπων που επηρεάστηκαν από τον πυρετό του χρυσού είχε επιτρέψει στην Γκόλντυ να επεκτείνει τις επιχειρήσεις της. Καθώς ο Σκρουτζ περνούσε, η Γκόλντυ του φώναξε, «Εε, ομορφούλη! Μην ξεχάσεις να κατεβείς στην πόλη για τα εγκαίνια του καινούργιου Σαλούν της Ντάμας". Ο Σκρουτζ και πάλι αρνήθηκε. Αργότερα ο Σκρούτζ επέστρεψε για να καταθέσει μια επίσημη αίτηση ιδιοκτησίας της κοιλάδας της Αγωνίας. Ο Γλίτσας Λέρας, ο κακός τοκογλύφος, απήγαγε τον Σκρουτζ και τον αλυσόδεσε στο καζίνο του. Ο Σκρουτζ προκάλεσε αίσθηση με την δραπέτευσή του, και η Γκόλντυ εντυπωσιάστηκε κρυφά. Μετά από λίγο καιρό ο Σκρουτζ ανακάλυψε ένα σβώλο χρυσού μεγάλο σαν αυγό χήνας. Τελικά αποφάσισε να μπει στο Σαλούν της Ντάμας για να δείξει το εύρημά του. Εντυπωσιασμένη και άπληστη, η Γκόλντυ τον προσκάλεσε για να πιουν ένα καφέ. Αυτός απρόθυμα δέχτηκε. Η Γκόλντυ κρυφά τον νάρκωσε και ο Σκρουτζ ξύπνησε μετά από ώρες σε ένα μέρος έξω από την πόλη. Μόλις ανακάλυψε ότι όλο το χρυσάφι του έλειπε, επέστρεψε στο Σαλούν της Ντάμας και άρχισε ένα τρομερό καυγά εμπλέκοντας όλο το μπαρ. Αφού κέρδισε τον καυγά, ο Σκρουτζ απαίτησε από την Γκόλντυ να επιστρέψει το χρυσάφι του. Αυτή θυμωμένα τον χτύπησε στο κεφάλι με το Αυγό της Χήνας αλλά δεν μπορούσε να βρει το υπόλοιπο χρυσάφι που έλειπε. Για να της διδάξει την αξία της σκληρής δουλειάς, ο Σκρουτζ βασικά την απήγαγε και την υποχρέωσε να δουλεύει γι’αυτόν για ένα μήνα. Όταν τέλειωσε ο μήνας, ο Σκρουτζ έδωσε στην Γκόλντυ ένα μικρό μισθό για την εργασία της. Αυτή του πέταξε τα λεφτά κατάμουτρα κι έφυγε, ισχυριζόμενη ότι είχε βρει περισσότερο χρυσάφι απ’ότι αυτός.

Τον Ιανουάριο του 1898, ο Σκρουτζ ταξίδεψε στο Ντώσον για προμήθειες. Μέχρι τότε, οι φίλες της Γκόλντυ στο Σαλούν της Ντάμας υποψιάζονταν ότι έτρεφε αισθήματα για τον Σκρουτζ, και την πείραζαν γι’αυτό. Αυτή θυμωμένα βεβαίως αρνιόταν. Εν τω μεταξύ, ο ταγματάρχης Σαμ Στηλ, διοικητής της Βορειοδυτικής Έφιππης Αστυνομίας έφθασε στο Ντώσον για να αποκαταστήσει τον νόμο και την τάξη. Οι εχθροί του Σκρουτζ τον ήθελαν φυλακισμένο, αλλά φοβόντουσαν να κάνουν μόνοι τους καταγγελίες. Η Γκόλντυ αποφάσισε ότι θα ήταν ένας βολικός τρόπος να τον ξαναδεί, γι’αυτό τον κατήγγειλε ότι την είχε απαγάγει προηγουμένως. Ένας Έφιππος που ονομαζόταν Σκαρθ πήγε στην κοιλάδα της Αγωνίας για να συλλάβει τον Σκρουτζ. Όταν ο Σκρουτζ έμαθε ποιος τον είχε καταγγήλει, ξέφυγε από τον Σκαρθ και όρμησε πίσω στο Ντώσον για να μιλήσει με την Γκόλντυ. Μια θύελλα ήρθε, και ο Σκρουτζ κατέρρευσε από την εξάντληση. Ενώ ήταν αναίσθητος οραματίστηκε την Γκόλντυ να τον παρακαλεί. Το όνειρο είχε χριστουγεννιάτικο θέμα κάθώς ο Σκρουτζ μισοαντελήφθηκε ένα έλκηθρο να πλησιάζει. Ένας Ισλανδός είχε χάσει τον δρόμο του προς το Ντώσον, αλλά ο Σκρουτζ του έδειξε τον δρόμο με αντάλλαγμα να τον πάρει κι εκείνον. Έφθασαν τη στιγμή που το Ντώσον είχε άρχισει να τυλίγεται στις φλόγες από μια φωτιά που ξέσπασε σε έναν στάβλο. Πολεμώντας με την φωτιά και με τους Έφιππους, ο Σκρουτζ έτρεξε στο Σαλούν της Ντάμας. Η Γκόλντυ τον περίμενε στο κτίριο που καιγόταν, παρακαλώντας τον σιωπηλά να τον σώσει. Όταν αυτός επίμονα αρνήθηκε να κάνει την παραμικρή κίνηση, αυτή υποκρίθηκε ότι λιποθύμησε. Όμως, προτού φθάσει κοντά της, ο Σκρουτζ χτύπησε από ένα κομμάτι πάγου που εκτοξεύθηκε από ένα πυροσβεστικό σωλήνα! Η Γκόλντυ κατέληξε να τον σώζει αυτή από την φωτιά, αλλά προσπάθησε να το κάνει να φανεί σαν να την είχε σώσει αυτός. Τελικά όμως τον πήρε ο Ερυθρός Σταυρός προτού συνέλθει.

Η παρεξήγηση με τον νόμο ξεκαθάρισε, και ο Σκρουτζ ήταν ελεύθερος να πάει πίσω στην κοιλάδα της Αγωνίας. Η Γκόλντυ ζήτησε από τους Έφιππους να παραδώσουν ένα γράμμα στον Σκρουτζ από μέρος της. Το γράμμα άφησε να νοηθεί ότι ήταν μία απολογία και μια ομολογία της αγάπης της, αλλά ο Σκρουτζ υπέθεσε ότι θα ήταν κι άλλες προσβολές και το άφησε στο χιόνι αδιάβαστο. Ο Σκρουτζ πρέπει να αντελήφθηκε την αληθινή φύση των αισθημάτων του, διότι αργότερα έκανε σχέδια να επισκεφθεί την Γκόλντυ κάτω από καλύτερες συνθήκες. Μέχρι τότε, είχε μαζέψει ένα εκατομμύριο δολλάρια και ήταν έτοιμος να φύγει από το Κλοντάϊκ θριαμβευτής.

Αφού παραιτήθηκε από την κυριότητα της κοιλάδας της Αγωνίας, ξεκίνησε για το Ντώσον με κάτι που αργότερα θα αποκαλυπτόταν ότι ήταν ένα κουτί σοκολατάκια και ένα ερωτικό γράμμα για την Γκόλντυ (πολύ πιθανόν μια πρόταση γάμου). Όμως επενέβηκε η μοίρα και ο Σκρουτζ έχασε το έλκηθρο του μέσα στο Μάους Νηκ Γκλάσιε. Σαν να μην έφτανε αυτό του επιτέθηκαν λύκοι και έπεσε από ένα γκρεμό όμως σαν από θαύμα προσγειώθηκε σε ένα από τα πλωτά καζίνο του Γλίτσα Λέρα αντί στον παγωμένο ποταμό. Ο Σκρουτζ για λίγο απογοητεύτηκε που χάλασαν τα σχέδια του αλλά μετά αποφάσισε ν’αφιερώσει την ζωή του στο να μεγαλώσει την περιουσία του. Αγόρασε την τράπεζα στο Ουάϊτχορς και μετά επεκτάθηκε σε πολλούς άλλους τομείς επιχειρήσεων. Σε πέντε χρόνια, ο Σκρουτζ ήταν δισεκατομμυριούχος και επέστρεψε για λίγο στην Σκωτία.

Ενώ συζητούσε για τη γη που αγόρασε στην Καλισότα, οι δύο αδελφές του πρόσεξαν μία ξανθιά τρίχα στο χρηματοκιβώτιό του. Τον πείραζαν ότι είχε φιλενάδα, κάνοντάς τον να θυμώσει και στη σύγχυσή του να κάνει κάποια λάθη όπως «Γκολντυσότα» και «Γκολντούπολη» αντί του Καλισότα και Λιμνούπολη. Τελικά ο Σκρουτζ έγινε έξαλλος και φώναξε στις αδελφές του να σκάσουν! Μετά από αυτό η συζήτηση έληξε.

Η Γκόλντυ και ο Σκρουτζ δεν είχαν επαφή για πολλές δεκαετίες, αν και την θυμάται μόνος του τα Χριστούγεννα του 1947.

Μερικά χρόνια αργότερα, μετά, μετά από θεραπεία που έκανε επειδή έχασε τη μνήμη του, ο Σκρουτζ ξαφνικά «θυμήθηκε» τα χρόνια του στο Κλοντάϊκ, ειδικά ένα μυστικό κουτί με χρυσό που ποτέ δεν βρήκε. Πήγε με τ’ανίψια του βόρεια για να βρουν το χαμένο χρυσάφι. Στην διαδρομή, τους είπε με συντομία για την Γκόλντυ. Είπε, «Έλαμπε. Ήταν πολύ ζωντανή!» Όταν τ’ανήψια τον πίεσαν για περισσότερες πληροφορίες τους εξήγησε ότι η Γκόλντυ του χρωστούσε λεφτά. Το χρυσάφι που του έκλεψε άξιζε χίλια δολλάρια που με τους τόκους, έφθανε το ένα δισεκατομύριο δολλάρια! Όταν έφθασαν στο Ντώσον, ο Σκρουτζ επισκέφθηκε το παλιό Σαλούν της Ντάμας που τώρα ήταν σε κακά χάλια. Οταν ο Χιούη, ο Λιούη και ο Ντιούη ζήτησαν περισσότερες πληροφορίες για την Γκόλντυ τους είπε για τον καυγά και τις μέρες που πέρασε η Γκόλντυ μαζί του στην κοιλάδα της Αγωνίας. (Ίσως άφησε πίσω σημαντικές λεπτομέρειες λόγω της νεαράς ηλικίας των παιδιών). Την επόμενη μέρα, ο Σκρουτζ και τ’ανίψια του πήγαν στην κοιλάδα της Αγωνίας για να βρουν το κουτί με το χρυσάφι. Όταν έφθασαν εκεί όμως πυροβολήθηκαν από κάποιον που δεν μπόρεσαν να τον δουν! Αφού πάλεψαν με μία αρκούδα, ανακάλυψαν ότι αυτός που τους πυροβόλησε δεν ήταν άλλος από την ίδια την Γκόλντυ! Ο Σκρουτζ ξαφνιάστηκε ευχάριστα, κατά κάποιο τρόπο, αλλά προσπάθησε να μην το δείξει. Στο κάτω κάτω, απλώς ήθελε τα λεφτά του απ’αυτήν, τίποτα περισσότερο. Αυτή προσπάθησε να του αποσπάσει την προσοχή από το χρέος με το να τον φλερτάρει, αλλά δεν έπιασε. Ο Σκρουτζ απαίτησε ολόκληρο το ποσό, αλλά βέβαια αυτή δεν είχε ένα δισεκατομμύριο δολλάρια. Το μόνο που μπορούσε να πληρώσει ήταν οι τίτλοι της κοιλάδας της Αγωνίας και τα κοσμήματά της. Όταν ο Σκρουτζ ρώτησε που πήγαν τα λεφτά της είπε ότι τα χρησιμοποίησε για να βοηθήσει τα ορφανά. Μετά ξεκίνησε για να πάει στο φτωχοκομείο. Η συνείδηση του Σκρουτζ ξύπνησε τότε, και προσφέρθηκε να ξεγράψει το χρέος εάν αυτή μπορούσε να βγάλει περισσότερο χρυσάφι απ’ότι αυτός. Χωρίς να το ξέρουν τ’ανήψια του κανόνισε με τέτοιον τρόπο τον διαγωνισμό ώστε η Γκόλντυ να βρει το μυστικό κουτί. Πολύ χαρούμενη η Γκόλντυ κατάφερε να μείνει στην κοιλάδα της Αγωνίας όπου έμενε απ’τον καιρό που τέλειωσε ο πυρετός του χρυσού, και επιπλέον να κρατήσει όλο το χρυσάφι. Ο Σκρουτζ έκανε μία παράσταση αηδίας, υποκρινόμενος ότι είχε ξεχάσει να πάρει το φάρμακο του για την μνήμη. Τ’ανίψια του όμως μέτρησαν τα χάπια του και κατάλαβαν ότι το είχε πάρει, αλλά δεν είπαν τίποτα...

Λίγα χρόνια αργότερα, ένα τηλεγράφημα έφθασε από την τράπεζα του Σκρουτζ στο Ουάϊτχορς, που τον πληροφορούσε ότι το έλκηθρο που έχασε στο Μάους Νηκ Γκλάσιε πριν πολλά χρόνια επρόκειτο να ανευρεθεί. Για ακόμη μία φορά αυτός και τ’ανίψια του πήγαν στο Γιούκον. Όταν έφθασαν στο Ντώσον, ξαφνιάστηκαν όταν είδαν ότι το παλιό Σαλούν της Ντάμας ανακαινίστηκε και μετατράπηκε σε ξενοδοχείο, Τα Ψυχρά Χέρια. Μέσα έμαθαν ποιος ήταν ο ιδιοκτήτης: Γκόλντυ Ο’Γκιλτ! Είχε χρησιμοποιήσει το χρυσάφι που κέρδισε στην προηγούμενη τους συνάντηση για να πληρώσει τις επισκευές. Ο Σκρουτζ ένιωθε άβολα με την κατάσταση, αλλά η Γκόλντυ του πρόσφερε ένα δωρεάν δωμάτιο «για χάρη της παλιάς τους φιλίας», και, όπως ξέρουμε, ο Σκρουτζ ποτέ δεν αρνείται οτιδήποτε είναι δωρεάν! Το πρωί ο Ντόναλντ κατά λάθος είπε στον Γλίτσα Λέρα, τον παλιό εχθρό του Σκρουτζ, τον λόγο της επίσκεψής τους. Νομίζοντας ότι το χαμένο έλκηθρο περιείχε κάτι το πολύ πολύτιμο, ο Γλίτσας πήρε το τελευταίο του πλωτό καζίνο στον ποταμό προς τον παγετώνα. Παρ' όλες τις προσβολές από τον Σκρουτζ, η Γκόλντυ του δάνεισε το αερόστατό της. Μέσα σ’αυτό, ο Σκρουτζ και τ’ανήψια του μόλις που κατάφεραν να νικήσουν τον Γλίτσα και να φτάσουν πρώτοι στον παγετώνα. Κατέληξαν πάνω σ’ένα γιγαντιαίο κομμάτι πάγου και διέσχισαν τον ποταμό μέχρι το Ντώσον. Όταν ο μικρός παγετώνας έσπασε στην ακτή, το έλκηθρο ελευθερώθηκε. Μέσα υπήρχαν όλα τα παλιά εργαλεία του Σκρουτζ, τα κουρελιασμένα του ρούχα, και άλλα ενθύμια από την ζωή του στο Κλοντάϊκ. Το κουτί με τα σοκολατάκια που προορίζονταν για την Γκόλντυ πριν πενήντα χρόνια είχε πέσει στον δρόμο. Ο Χιούη, ο Ντιούη και ο Λιούη το παρέδωσαν στον νόμιμο ιδιοκτήτη του. Η Γκόλντυ ένιωσε κολακευμένη και παρεξενεύτηκε με το γράμμα που ήταν μέσα αλλά ποτέ δεν ανάφερε τι έλεγε το γράμμα. Για ακόμα μία φορά ο Σκρουτζ και η Γκόλντυ χώρισαν...

Η πιο πρόσφατη συνάντηση της Γκόλντυ και του Σκρουτζ έγινε μερικές μέρες μετά από την Χρυσή Επέτειο του Σκρουτζ, την πεντηκοστή επέτειο από την άφιξή του στη Λιμνούπολη. Προς μεγάλη του έκπληξη, οι φίλοι και συγγενείς του Σκρουτζ πλήρωσαν για να έρθει η Γκόλντυ αεροπορικώς στη Λιμνούπολη. Ηταν πράγματι μία μεγάλη έκπληξη, και βεβαίως πολύ ξεχωριστή. Εμφανίστηκε στο Θησαυροφυλάκιο, έδωσε στον Σκρουτζ το δώρο της, ένα μάλλον παθητικό φιλί κι έφυγε. Τα λόγια του χωρισμού τους δείχνουν την σχέση τους. Ο Σκρουτζ είπε, «Έχω μία παγκόσμια αυτοκρατία να διευθύνω! Δεν μπορώ να τα εγκαταλείψω όλα και να σπαταλώ τον χρόνο μου σε ανοησίες!» Η Γκόλντυ απάντησε, «Ξέρω! Ξέρω! Θα περιμένω". Αλλά ακόμα περιμένει. Παρ’όλα αυτά, ο θυμός του Σκρουτζ γρήγορα μετατράπηκε σε ευχαρίστηση όταν δεν τον έβλεπαν...

Πηγές:

  • Βίος και Πολιτεία του Σκρουτζ Μακ Ντακ, του Ντον Ρόσα, επεισόδια 8, 9 και 12

  • Hearts of Yukon, του Ντον Ρόσα

  • Το Τελευταίο Έλκηθρο για το Ντώσον, του Ντον Ρόσα

  • Επιστροφή στο Κλοντάϊκ, του Καρλ Μπαρκς

  • Αφιερωμένο Εξαιρετικά, του Ντον Ρόσα

Hosted by www.Geocities.ws

1