Η  Γεναίκα  η  Δρακούνα

 1
Τήν γεναίκα τήν Δρακούνα φοηθήκαν την οι λάς
Αφού έν διά αμάνταν τζ΄ έν πολλά μεάλος πελάς

2
Πρίν νά φεξει τό ξιφώτι τζαί πριχού νά σηκωθεί
Αρκινέφκει τζείνη πρώτη τζ’ έν η γλώσσα της σπαθί

3
Άμαν ανοίξει τήν φαράγκα πιόν κατύσση τών πλασμάτων
Κάμνει τους τήν τζεφαλήν τους τζαί τό νούν άνωπουκάτω

4
Βρίσκει αιτίαν που τήν πέτρα τζαί αρκέφκει τές φωνές
Ξεσηκώνει τούς γειτόνους ως τζεί πούν ο καφενές

5
Μέ παπάς τήν κάμνει ζάφτην, μέ μουχτάρη σα΄ι΄τίζει
Εν θερκόν ποτζείν’ τά μεάλα, τίποτε έν ιξεχωρίζει

6
Έσσει γλώσσαν δέκα πύχες τζ’ άμα αρκέψει τήν μουρμούρα
Εν καλλύττερα νά φήεις, πιάς τά ρούχα σου τζαί βούρα

7
Αν αρκέψεις νά αρρώνεις τζαί αντιπολωηθείς
Ημπορεί μέ τήν κκελλέ σου τσακισμένη νά βρεθείς

 8
Άϊστο έν έσσει μέ ώραν που μπορεί νά σταματήσει
Ως τήν νύχταν έν νά λάμνει άμαν πει τζαί αρκινήσει

9
Άμαν εν τζαί παντρεμένη, τζι΄έσση άντρα, τόν καημένο
Πέμπει τόν στόν άλλον κόσμον, πάντα ξιμολοημένον

10
Αφού όσες αμαρτίες είσσιεν κόφκει τες στήν γη
Πάει προετοιμασμένος στόν Παράεισον νά μπεί

Home                                  Back                                 Send Mail

Hosted by www.Geocities.ws


 

Hosted by www.Geocities.ws

Hosted by www.Geocities.ws

1