Η Κκιλιντζιρού
1
Εγώ ‘με η κκιλιτζιρού τζαί σου φακκώ τήν πόρτα
Να μ’ ασημώσεις έρκουμε τζαί να σου πώ τήν σόρτα
2
Ήρτα νά πώ τήν σόρτα σου, νά πώ τό πεπρωμένο
Γιά τόν καθέναν άδρωπο εν που ξαρκής γραμμένο
3
Εν νά σού πώ τήν σόρτα σου νά πώ τό ριζικό σου
Σάν εν γραμμένο δαχαμέ στό σσιέρι τό δικό σου
4
Λαλούν σου μέν πίνεις ποτά κόψε τζαί τό φαήν
σου
Κάμνε καπάλιν δίαιτα νάν πιό πολλή η ζωή σου
5
Μά άν εν γραφτό τής σόρτας σου τό πότε εν νά πεθάνεις
Άμμαν εν νάρτει η ώρα σου
τίποτε εν θά κάμεις
6
Τζίνο που έσσει η σόρτα σου στό σσιέρι σου γραμμένο
Ότι τζι΄αν κάμεις θά γενεί, κακό, γιά ευλοημένο
7
Αν γράφει ότι στή ζωή θά ‘σε γεριμομένος
Όσα ριάλια τζι΄αν κρατάς θα’σαι δυστυχισμένος
8
Ότι εν γραφτό σου εν νά γενεί, νά τό κατανοήσεις
Αν γράφει νάσαι άρκοντας ‘πο ούλλα εν ν’
αποκτήσεις
9
Γιά τούτο νάσαι σίουρος πώς ούλλα εν γραμμένα
Τζαί
δέν ποφεύκεις τίποτε, γιά κρόστου μου τζ’ εμένα
|